Σάββατο 10 Μαρτίου 2007

ὁ Κουμμουνιστής

῞Οταν πρωτοήκουσα τὴν λέξιν, θὰ ἤμουν δὲ θὰ ἤμουν πενταετῆς. Μὲ ἐγοήτευε ἡ εὐκολία διὰ τῆς ὁποίας οἱ "μεγάλοι" καὶ ἀπὸ ῥαδιοφώνου μάλιστα, ἐνῶ δριμύτατα πάσαν τὴν ὑποζώνιον χώραν ἐγγίζουσαν γλωσσικὴν παρέκκλισιν τῶν ἀνηλίκων ἐτιμώρουν, μὲ θέρμην ἤ ὀδύνουσαν συγκατάνευσιν ἀθυροστομοῦντες συχνάκις αὐτοὶ αὗτοι "ἐκουμμούνιζον".
Διήρκεσεν ἔτη πολλά, ἕως ὅτου, μακροχρονίως ἐντρυφικὼς ὦν ἐν τῇ λεξικῇ ἐτυμολογίᾳ, ἀντελήφθην πρός τι ὁ τρόμος καὶ ὁ σπαραγμὸς.
Κάποιος φαίνεται, ἀφῆκε νὰ διαῤῥεύσῃ εἰς τὴν κοινὴν γνώμην δοξασίαν πὼς "κουμμουνιστὴς" ἦτο ὁ ἄνευ φραγμῶν καὶ ἀπροσκόπτως ὑποστηρίζων τὴν "μουνικὴν" κοινοκτημοσύνην καὶ κοινοχρησίαν. Ὄνειρος ἀσφαλῶς τῶν μὴ ἐχόντων, καθ’ ὅτι οἱ ἔχοντες ἤδη ἀϖὸ ἀρχαιωτάτων χρόνων, ἑαυτοῖς πολλάκις κοινοπρακτοῦντες, διὰ τοῖς χρήμασιν ἐμουνοπρομήθευον.
Ἄααααχ πτωχέ μαλάκα! καὶ ἐκεῖ πάλιν χαμένος ἐβγῆκες...

ἡ Χέζ’ Πολλ’ ἄχ

Δὲν γνωρίζω τί ὁδήγησε στὴν ὀνομασία τῆς ὀργανώσεως στὴν Ἐγγὺς Ἀνατολήν, ἀλλὰ ἡ ὕπαρξίς της πολλά κακά σχόλια προκαλλεῖ εἰς τὸν τύπον τῶν Δυτικῶν μας "συμμάχων". (Ἀπορῶ κατὰ τίναν μάχην παρεστάθησαν...).
Καὶ τώρα συγκυβερνοῦντες τοῖς Φιλισταίων χωρίοις, πάλιν πολλὰ ἐκτοπλάσματα οἱ "σύμμαχοι" θὰ ἐξεμέσωσιν...
Περὶ πεπρωμένου λέγαμε...

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2007

μισῶ τὰ αὐγά

Κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μου, ὅταν (ἀπ’ ὅ,τι καταλαβαίνω τώρα) τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ὑγιεία μου ἄρχισε νὰ παίρνῃ τὶς ὑγιῶς νευρωτικές διαστάσεις ποὺ σὲ κάθενα αὐτοθεωρούμενο συγκροτιμένο ἄτομο λαχαίνουν, ἀποφάσισα νὰ μισήσω τὰ αὐγά. Δηλαδὴ ὄχι τὰ ἴδια, τὴν κατανάλωσίν των...
῾Η ἀπόφασίς μου δέν ἦλθε ἔτσι τυχαῖα. Τὸ "μῖσος" ποὺ σχεδίαζα νὰ καλλιεργήσω (ἄν δύναται νὰ συνᾴδῃ λέξις μὲ πρῶτον συνθετικόν τὸ Κάλλος μὲ τὸ ἀνωτέρω ἐπιλεγὲν συναίσθημα) συνελήφθη ἐξ ἀγάπης τινος. Ἄν ὄχι τῆς μεγαλυτέρας, ἀσφαλῶς τῆς πιστωτέρας καὶ μακροχρονιωτέρου, ἥν ἠξίωσέν μὲ ὁ Ζῳοδότης ἵνα βιώσω.
῾Η ἀπόφασις ἐλήφθη ταχέως καὶ ἐγρήγορα, ἡ ἐφαρμογή της ὅμως ἔμελλε νὰ περιμείνῃ. Βεβαίως δὲν ἔλειπον αἱ κωδωνοκρουστικαὶ εἰδήσεις (τῶν ἐφημερίδων κυρίως), "Σαλμονέλλα στὰ αὐγά", "Χρωστικές οὐσίες στὰ αὐγά", "Ποῦ πᾶνε οἱ κῶττες μας;", "Ηὐξήθησαν αἰσθητῶς κατὰ τὸ παρελθὸν ἔτος τὰ κρούσματα τῆς μυστηριώδους εὐκοιλιώτητος", ὧν ἡ ἐπίδρασις στὴν ἀθώαν μειρακίου ψυχήν μου ὑπεδαύλιζον σπουδῇ τὴν παρακειμένην ᾠολυσίαν μου. Πῶς ὅμως νὰ τὸ ἀνακοινώσω εἰς τὴν μητέραν; πῶς τοῖς φίλοις καὶ κυρίως ἁπᾶσι τοῖς συνδιαιτοῦσιν καὶ συμπαρατρίβουσιν;
῾Η κοινωνικὴ πίεσις ἔμελλε ἀνέλθῃ κατακορύφως, διότι ἡ μετάθεσις τοῦ αὐγοῦ ἐκ τοῦ στρατοπέδου τῶν παισὶν φίλων γευμάτων εἰς τὰ βδελλυρά οὐδεμίαν ἀνθρωπίνην σχέσιν ποτε συνέσφυξεν. Μὴ λησμονητέου καὶ τοῦ κόστους ἀντικαταστάσεως τῆς ἐφθηνῆς πρωτεΐνης μιᾶς ἁπλοῖς παμβίως καταλῃστευομένης Λενχόρν ὑπὸ βῳίου κρέατος. Καὶ γιὰ νὰ λέμε καὶ τοῦ στραβοῦ τὸ δίκιο, μὲ τὸ αὐγὸ κορέννυται ῥαδίως ὁ παιδικὸς στόμαχος... καὶ τὸ βῳδινὸν κοστίζει δραχμοῦλες!